Ο στρατός πήγε περιμένοντας να διασώσει μια αίρεση και βρήκε ένα μακελειό.
Το άρθρο είναι ένα podcast του VICE αποκλειστικά στο Spotify. Μιλήσαμε με έναν πρώην μέλος του Ναού των Ανθρώπων που διέφυγε από τη Τζόουνσταουν, μόλις λίγες ώρες πριν το μακελειό...
Το 1978 ο David Netterville ήταν ένας νεαρός ελεγκτής στη Αεροπορική Βάση Χάουαρντ στον Παναμά. Το πρωί της 19ης Νοεμβρίου, ο Netterville και επτά άλλοι έλαβαν μια κλήση με την εντολή να ετοιμάσουν ένα σακίδιο για τουλάχιστον 24 ώρες, χωρίς ενημέρωση για το πού πήγαιναν ή γιατί. Σε μια κατάθεση αργότερα, ο David είπε ότι του είπαν απλώς να βάλει στολή, να μαζέψει τα πράγματατά του και να πάει αμέσως για δουλειά.
Μόνο αργότερα, όταν ήταν στο μεταγωγικό αεροσκάφος Hercules, έμαθε τι συνέβαινε. Ένα μέλος του Κονγκρέσου από την Καλιφόρνια είχε πυροβοληθεί από μια αίρεση στην Γουϊάνα στη Νότια Αμερική και η ομάδα πετούσε εκεί για να το ερευνήσει. Ο David λέει πως δεν ήξεραν τι υποστήριξη είχαν και δεν υπήρχαν άλλες πληροφορίες. «Πηγαίναμε στα τυφλά, αλλά πρόθυμοι».
Αυτό που αντίκρισαν όταν έφτασαν ήταν εφιαλτικό.
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΟ ΦΤΑΝΕΙ ΣΤΗ ΤΖΟΟΥΝΣΤΑΤΟΥΝ. Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΤΗΚΕ ΜΕΣΩ ΑΙΤΗΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΟ FBI ΑΠΟ ΤΟΝ PRESTON JONES/JOHN BROWN UNIVERSITY.
Σ’ ένα απομακρυσμένο σημείο στη ζούγκλα της Γουϊάνα η ομάδα βρήκε ένα μικρό χωριό με ψευτοφτιαγμένα κτίρια. Ανάμεσά τους υπήρχαν εκατοντάδες πτώματα, πρησμένα και σε αποσύνθεση, σκόρπια στο χορτάρι.
«Αρχικά μετρήσαμε 400 πτώματα και κανέναν επιζώντα», θυμάται. «Αλλά το νούμερο αυξανόταν κάθε μέρα καθώς πολλοί ήταν ο ένας πάνω στον άλλον - 400, 500, 700».
Για όσους βρέθηκαν πρώτοι εκεί, όπως ο David Netterville, υπήρχαν ανατριχιαστικά λίγες πληροφορίες για το τι ήταν η Τζοόυνσταουν ή για το τι είχε συμβεί εκεί. Ήταν απλώς αντιμέτωποι με το μέγεθος της τραγωδίας και επιφορτισμένοι με το να μεταφέρουν όλους αυτούς τους νεκρούς πολίτες των ΗΠΑ πίσω.
Το όνομα Τζόουνσταουν βρίσκεται στην κοινή συνείδηση εδώ και 42 χρόνια. Η pop culture έχει ξετινάξει την ιστορία και κάπως έτσι προέκυψε η μπάντα Brian Jonestown Massacre και φράσεις όπως “drink the Kool-Aid”. Αλλά όταν κοιτάζεις τις φωτογραφίες και βλέπεις τα πρόσωπα των ανθρώπων που συμμετείχαν στη μαζική αυτοκτονία, νιώθεις το βάρος. Συνειδητοποιείς ξανά πόσο ανατριχιαστικό ήταν το όλο πράγμα.
Όπως πολλές αιρέσεις, ο Ναός των Ανθρώπων ξεκίνησε με ένα δόγμα ισότητας που θεωρητικά φαινόταν καλό. Εξασκούσαν έναν συνδυασμό πεντηκοστιανισμού και κομμουνισμού που βρήκε μεγάλη απήχηση στην Καλιφόρνια των τελών του ‘60 – αλλά επίσης όπως πολλές αιρέσεις, οι διδαχές τους χαρακτηρίζονταν από την αδυναμία του ηγέτη τους για αμφεταμίνες και εξουσία. Στις αρχές της δεκαετίας του’ 70, ο ηγέτης τους, Jim Jones, αντιμετώπισε κατηγορίες για σεξουαλική επίθεση, που μάλλον τον έκαναν να πάρει την απόφαση να μεταφέρει την ομάδα από το Σαν Φρανσίσκο στη Γουϊάνα.
Ο JIM JONES ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 70. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ-ΕΥΓΕΝΙΚΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ: STEPHAN JONES.
AΔΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ: THE SDSU LIBRARY
Το καλοκαίρι του 1977, περίπου 900 άτομα πούλησαν τα υπάρχοντά τους και ακολούθησαν τον Jones στα βόρεια της χώρας, όπου έφτιαξαν έναν οικισμό στη ζούγκλα και τον ονόμασαν Τζόουνσταουν. Εκεί βρέθηκαν υπό ένοπλη φρουρά σε έναν καταυλισμό που ήταν προσβάσιμος μόνο με αεροπλάνο ή ακτοπλοϊκώς (19ωρο ταξίδι από την πρωτεύουσα). Είχε ζέστη και κουνούπια, έλλειψη νερού ενώ ομιλίες του Jim Jones ακούγονταν συνέχεια ηχογραφημένες από τα μεγάφωνα του καταυλισμού.
Στις αρχές του 1978, ο Jones άρχισε να χάνει το μυαλό του και τελικά παρουσίασε τις ασκήσεις για τη μαζική αυτοκτονία. Είπε στους ακόλουθούς του ότι θα τους έκανε έφοδο το FBI και για να αποφύγουν τον εγκλεισμό σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, έπρεπε να αφαιρέσουν τις ζωές τους.
H ΤΖΟΟΥΝΣΤΑΟΥΝ ΑΠΟ ΨΗΛΑ. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ-ΕΥΓΕΝΙΚΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ: CLARENCE COOPER.
AΔΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ: PRESTON JONES/JOHN BROWN UNIVERSITY.
Κατά τη διάρκεια μιας άσκησης τον Οκτώβρη, ο Τζόουνς είπε στους κατοίκους να πιουν ένα συσκευασμένο φρουτοποτό που λεγόταν Flavour-Aid (όχι Kool-Aid όπως είναι η φράση) λέγοντάς τους ότι το ποτό είχε μέσα υδροκυάνιο. Εκείνοι υπάκουσαν και όταν δεν συνέβη τίποτα ο Jones τους αποκάλυψε ότι η άσκηση ήταν απάτη. Αλλά είδε τον βαθμό της τυφλής υπακοής των ακολούθων του.
Μόλις λίγες εβδομάδες αργότερα, το απόγευμα της 18ης Νοεμβρίου, ο Jones είπε ξανά σε όλους να πιουν το φρουτοποτό και 917 άντρες, γυναίκες και παιδιά κατανάλωσαν μια ουσία που αυτή τη φορά περιείχε υδροκυάνιο. Ο Jones αργότερα βρέθηκε με ένα τραύμα από σφαίρα στο κεφάλι, έτσι οι νεκροί έφτασαν τους 918.
ΟΙ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΕΙΣ ΤΡΑΒΗΧΤΗΚΑΝ ΑΠΟ ΑΓΝΩΣΤΟ ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ
ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΕΠΙΦΟΡΤΙΣΜΕΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΠΤΩΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΤΖΟΟΥΝΣΤΑΟΥΝ.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ-ΕΥΓΕΝΙΚΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ: CLARENCE COOPER.
AΔΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ: JONES/JOHN BROWN UNIVERSITY.
Πολλές από αυτές τις φωτογραφίες αργότερα τραβήχτηκαν από έναν πιλότο ελικοπτέρου του στρατού των ΗΠΑ ονόματι Clarence Cooper, που ήταν από τους πρώτους Αμερικανούς που έφτασαν εκεί. Μαζί με άγνωστο αριθμό διασωστών, ερευνητών του FΒΙ και δημοσιογράφων θα περνούσαν τρεις μέρες καταγράφοντας αυτό που είχε συμβεί και θα μετέφεραν με αεροδιακομιδή τα πτώματα στις ΗΠΑ.
Όπως ήταν φυσικό ντόπιοι ανακάλυψαν ο μακελειό και ειδοποίησαν την αστυνομία, που ειδοποίησε τον στρατό, που είχαν πάρει τη θέση ότι η Τζόουνσταουν ήταν ένα αμερικανικό φυλάκιο με πτώματα Αμερικανών και έτσι πρόβλημα της Αμερικής. Στις 20 Νοεμβρίου, δυο μέρες μετά το μακελειό, έφτασε το πρώτο αεροπλάνο από τις ΗΠΑ για να περισυλλέξει τα πτώματα.
Στην αρχή, ο στρατός της Γουϊάνα ισχυρίστηκε ότι μόνο 400 άτομα είχαν πεθάνει, που σημαίνει ότι άλλοι 500 είτε κρύβονταν στη ζούγκλα είτε χρειάζονταν ιατρική βοήθεια. Για τον λόγο αυτό τα πρώτα πληρώματα των ΗΠΑ έφτασαν περιμένοντας μια επιχείρηση διάσωσης.
Σύμφωνα με τον ανώτερο ιατρό Jeff Brailey (που εστάλη αρχικά για να χορηγήσει αντίδοτο στους επιζήσαντες) υπήρχε μια απόκοσμη ησυχία που με κάποιο τρόπο κατάφερε να απωθήσει ακόμη και πτωματοφάγα ζώα.
«Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε για την απουσία γερακιών ή όρνιων», έγραψε ο Brailey στο βιβλίο του The Ghosts of November. «Ίσως αυτά τα πουλιά να κατάλαβαν ότι άντρες, γυναίκες και πουλιά πέθαναν από θανάσιμο δηλητήριο, αλλά η απουσία τους ενέτεινε τον σουρεαλισμό της σκηνής».
Άλλος ένας από τη ομάδα που έφτασε πρώτη εκεί, ο Wayne Dalton, περιγράφει την ησυχία. «Το πιο παράξενο ήταν ότι όλοι ήταν νεκρά: οι παπαγάλοι που κρέμονταν από τα κλαδιά τους, ο γορίλας που είχαν, τα σκυλιά. Τα πάντα».
Αλλά από τις αφηγήσεις –από τους ερευνητές του FΒΙ και το στρατιωτικό προσωπικό που συντόνιζε την περισυλλογή των πτωμάτων, μέχρι τους δημοσιογράφους που έφτασαν αργότερα για να φωτογραφίσουν– το πιο αξέχαστο ήταν η μυρωδιά.
Στην τροπική ζέστη της Γουϊάνα οι νεκροί πρήστηκαν αμέσως και γέμισαν σκουλήκια. Μέσα σε δυο μέρες μόνο, πολλά από τα πτώματα δεν μπορούσαν να τα σηκώσουν να τα βάλουν στις ειδικές σακούλες καθώς άνοιγαν κάτω από το ίδιο τους το βάρος. Για τους στρατιώτες που δεν είχαν ενημέρωση και ήταν σε πολλές περιπτώσεις άπειροι, αυτό κατέστησε τη μεταφορά 900 πτωμάτων που δεν είχαν τοποθετηθεί στο ψυγείο, από τη Γουϊάνα στο Σαν Φρανσίσκο, μια φρικτή, τραυματική δοκιμασία.
«Παρακολουθούσα καθώς το τελευταίο ελικόπτερο που έφυγε από τη Τζόουνσταουν προσγειώθηκε», γράφει ο Jeff Brailey για την τελευταία αεροδιακομιδή στις 23 Νοεμβρίου. «Παρατηρούσα τις εξαντλημένους και στρεσαρισμένους νεαρούς αμερικανούς στρατιώτες καθώς άρχιζαν να απομακρύνουν τα τελευταία πτώματα. Οι επαναλαμβανόμενες ρομποτικές κινήσεις αυτών των αντρών και γυναικών καθώς έπαιρναν τις σακούλες με τα πτώματα από το ελικόπτερο, πήγαιναν ως την καρότσα ενός κοντινού φορτηγού και απόθεταν το ανθρώπινο φορτίο. Τα πρόσωπά τους ήταν σαν μάσκες, τελείως ανέκφραστα. Οι στολές τους ήταν γεμάτα σωματικά υγρά και ιδρώτα, κατεστραμμένες ολοσχερώς».
Παραδόξως, όμως, δεν πέθαναν όλοι στη Τζοουνσταουν. Κάποιοι είχαν καταφέρει να διαφύγουν, όπως ο 25χρονος Vernon Gosney που έφυγε λίγες ώρες πριν από το μακελειό. Όπως ο περισσότερος κόσμος, έμαθε τι είχε γίνει μέσα από φωτογραφίες σαν αυτές στην εφημερίδα. Και για εκείνον οι φωτογραφίες απεικόνιζαν κάτι σκοτεινό, πέρα από τη λογική παρόλο που ζούσε εκεί και συμμετείχε στις ασκήσεις μαζικής αυτοκτονίας.
«Ένας ψυχίατρος ήρθε στο δωμάτιο του νοσοκομείου και μου έδειξε την εφημερίδα», είπε στο VICE, για το podcast της εκπομπής Extremes. «Είδα τις φωτογραφίες και σοκαρίστηκα. Δεν μπορούσα να το πιστέψω».
Σήμερα μπορούμε να δούμε εκ νέου πώς πρέπει να ένιωσε κάποιος σαν τον Vernon όταν έμαθε για το τι είχε συμβεί στη Τζόουνσταουν. Αυτή είναι η πραγματικότητα, σ’ αυτό αναφερόμαστε όταν χρησιμοποιούμε επιπόλαια τη φράση “drink the Kool-Aid.” Κοιτάζοντας αυτές τις φωτογραφίες διαπιστώνεις ξανά τι είναι ικανοί να κάνουν οι άνθρωποι για μια κακοσχεδιασμένη ιδέα ή έναν διαταραγμένο που νόμιζε ότι είναι θεός. Είναι μια τραγική πλευρά της ανθρώπινης φύσης που είναι εύκολο να παραβλεφθεί – ή ίσως απλώς να ξεχαστεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου