ΤΟΥ ΖΑΧΑΡΙΑ ΜΙΧΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΟΚΤΟΡΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΙΛΗ*
Τα πιθανά σενάρια «επίλυσης» της συριακής κρίσης είναι τρία. Το πρώτο είναι η καθαρή νίκη του καθεστώτος Άσαντ, με τη Συρία να παραμείνει ενιαίο κράτος. Η δεύτερη πιθανότητα είναι η επίτευξη
σχετικής ισορροπίας επί του πεδίου της μάχης, οπότε οι αντιμαχόμενες πλευρές να αναγκαστούν να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με αποτέλεσμα, με την επιβολή λύσης, να οδηγηθούμε σε μια τριχοτομημένη Συρία. Η τρίτη αφορά την άμεση στρατιωτική εμπλοκή της Δύσης και ενδεχομένως της Ρωσίας, με αποτέλεσμα μια γενικευμένη σύρραξη, η οποία θα οδηγήσει σε ευρύτερη αλλαγή συνόρων στην περιοχή.
Οι παράμετροι εντός των οποίων θα προσπαθήσουμε να αναφερθούμε επιγραμματικά και να αναλύσουμε τα τρία παραπάνω γενικά σενάρια (υπάρχουν πολλές επιμέρους παραλλαγές) αναφορικά με το μέλλον της Συρίας και οι οποίες θα επηρεάσουν έμμεσα ή/και άμεσα τη χώρα μας είναι πέντε:
- Πως θα επηρεαστεί η Τουρκία στις τρεις παραπάνω περιπτώσεις;
- Τι θα συμβεί με τον κουρδικό παράγοντα της Συρίας;
- Τι θα γίνει στο πεδίο της ενέργειας;
- Πώς εμπλέκονται Ελλάδα και Κύπρος στα τεκταινόμενα;
- Πώς οι διάφορες λύσεις στη Συρία θα μπορούσαν να επηρεάσουν το γεωπολιτικό σύστημα στο οποίο δρα και η χώρα μας, το οποίο δεν είναι άλλο από τον υδάτινο άξονα Μαύρη Θάλασσα - Στενά - Αιγαίο - Ανατολική Μεσόγειος;
Σενάριο 1: Νίκη Άσαντ, με τη Συρία να παραμένει ενιαία
Η Τουρκία σε κάθε έκφανση της πολιτικής της στην ευρύτερη περιοχή θα έχει να αντιμετωπίσει μια εχθρική Συρία. Στο ζήτημα των Κούρδων, η εφεκτική τους στάση απέναντι στο καθεστώς της Δαμασκού θα τους επιτρέψει να καταστούν βασικοί «συνεταίροι» του Άσαντ, έχοντας εξασφαλίσει μεγάλο βαθμό αυτονομίας, ενώ θα είναι σε θέση να επηρεάζουν καθοριστικά τη γενικότερη πολιτική της Δαμασκού.
Στον ενεργειακό τομέα εκτιμάται ότι η Συρία θα εκμεταλλευτεί τα δικά της αποθέματα, θα επιχειρήσει να συνεργαστεί με τους Κούρδους τόσο της Συρίας όσο και του Βορείου Ιράκ, προβάλλοντας ενδεχομένως τη δική της εναλλακτική στην επιδιωκόμενη τουρκική «κηδεμονία».
Ενδεχόμενη νίκη του Άσαντ εκτιμάται ότι θα λειτουργήσει προς όφελος της Ελλάδας και της Κύπρου, αφού η Συρία θα στραφεί και προς τον ελληνισμό, κυρίως για τέσσερις λόγους:
(1) την εξισορρόπηση μιας Τουρκίας η οποία φέρθηκε στη Δαμασκό εχθρικά, (2) τη συνεργασία με Κύπρο και Ισραήλ στον ενεργειακό τομέα, (3) την αντιμετώπιση των «απόνερων» του Σουνιτικού Ισλαμιστικού κινήματος, μέσω της συνεργασίας μεταξύ Αλαουιτών - Χριστιανών - Εβραίων και (4) τη χρησιμοποίηση του ελληνισμού ως γέφυρας συνεννόησης με τη Δύση.
Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι η Συρία από την εποχή της έξωσης του Αμπντουλάχ Οτσαλάν από τα εδάφη της οδηγήθηκε «τυφλά» στις αγκάλες της Άγκυρας, με αποτέλεσμα για πάνω από μία δεκαετία (1999-2011) η Δαμασκός να έχει προχωρήσει σε κινήσεις εχθρικές προς τον ελληνισμό, και ιδιαίτερα σε ότι έχει να κάνει με το Κυπριακό. Στην παρούσα κατάσταση η εχθρότητα με τη Τουρκία δύναται να οδηγήσει το μπααθικό καθεστώς ξανά προς την Ελλάδα.
Αναφορικά με την ευρύτερη περιοχή, μια τέτοια εξέλιξη στη Συρία σε συνδυασμό με τα τελευταία γεγονότα στην Αίγυπτο αλλά και στην Τουρκία καταδεικνύει ότι η Αραβική Άνοιξη, όπως δηλαδή νοείται στη πραγματικότητα, πνέει τα λοίσθια. Δηλαδή, η προσπάθεια ελέγχου των χωρών του Μαγκρέμπ και του Μασρέκ από ισλαμιστικά εξτρεμιστικά και τρομοκρατικά κινήματα (π.χ., Αδερφοί Μουσουλμάνοι, Αλ-Νούσρα κ.λπ.), τα οποία, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τη «δημοκρατία», προσπάθησαν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις ίδρυσης του Ισλαμικού Χαλιφάτου, την επιβολή της Σαρία και του Τζιχάντ (ιερός πόλεμος), αρχικά στο εσωτερικό των κρατών αυτών και ύστερα στη Δύση, αποτυγχάνει.
Δύο είναι τα κύρια μειονεκτήματα αυτής της διευθέτησης στη Συρία: (1) δημιουργία μιας νέας εστίας διαμάχης των υπερ-συστημικών δρώντων (ΗΠΑ και της Ρωσίας) και (2) ενδυνάμωση του Ιράν και των συμμάχων του με άμεση συνέπεια την αύξηση της ισραηλινής ανασφάλειας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Σενάριο 2: Ισορροπία επί του πεδίου, με τη Συρία να τριχοτομείται
Η Τουρκία θα πρέπει να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα δημιουργίας ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Η Άγκυρα εκτιμάται ότι θα συμμαχήσει με το σουνιτικό κομμάτι, ενώ η εχθρότητα με το αλαουτικό θα είναι έκδηλη. Αναφορικά με τους Κούρδους θα πρέπει να σημειωθεί ότι θα έχουμε τη δημιουργία του πρώτου ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, με το κυρίαρχο ερωτηματικό να σχετίζεται με το κατά πόσον θα έχει πρόσβαση στη Μεσόγειο ή όχι.
Οι Κούρδοι θα αναπτύξουν κυρίως εχθρικές σχέσεις με το σουνιτικό κομμάτι, ενώ θα συμμαχήσουν με τους Αλαουίτες. Αναφορικά με την ενεργειακή παράμετρο, οι Κούρδοι είναι πιθανό να συνεργαστούν με την Αυτόνομη Κουρδική Διοίκηση του Βορείου Ιράκ, για την κατασκευή αγωγού προς τη Μεσόγειο (κρίσιμο παραμένει το αν θα έχουν οι ίδιοι πρόσβαση σε λιμένα της Μεσογείου). Αναφορικά με τους υπολοίπους, το αλαουιτικό κομμάτι μάλλον θα λάβει τα θαλάσσια κοιτάσματα, ενώ το σουνιτικό τα χερσαία.
Ο ελληνισμός θα αντιμετωπίσει μια περίπλοκη κατάσταση στην οποία κατά πάσα πιθανότητα θα πρέπει να δημιουργήσει οδούς συνεννόησης τουλάχιστον με τον κουρδικό τομέα αλλά και τον παράκτιο (γειτονικό προς την Κύπρο) αλαουιτικό.
Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να συνδιαλαγούν με όλους τους νέους τοπικούς γεωπολιτικούς δρώντες, αλλά ο στόχος μας θα πρέπει να είναι τριπλός:
(1) Η ασφάλεια της Κύπρου, της ΑΟΖ της καθώς και των ενεργειακών αποθεμάτων της μαζί με τα κοινά projects με το Ισραήλ (π.χ., ευρασιατικός αγωγός). Εάν από τον κουρδικό τομέα περάσουν αγωγοί προς τη Μεσόγειο, θα πρέπει να γίνει προσπάθεια ενσωμάτωσής τους στα δικά μας σχέδια. (2) Η εξισορρόπηση της Τουρκίας μέσω της συμμαχίας με τους Αλαουίτες και τους Κούρδους. (3) Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας μας, δηλαδή της ελληνορθοδοξίας, μέσω μιας ελάχιστης, έστω, συνεννόησης με τους Σουνίτες.
Η δημιουργία, έστω και έπειτα από σχεδόν τρία έτη αιματηρών συγκρούσεων στη Συρία, ενός σουνιτικού μορφώματος, αλλά και η συμφωνία η οποία θα περιλαμβάνει και τον Άσαντ εκτιμάται ότι αποτελούν μια «έντιμη λύση» για όλους τους τοπικούς, περιφερειακούς και υπερ-συστημικούς δρώντες, ακόμα και για τον Άσαντ. Μια λύση τύπου Ντέιτον (Βοσνία-Ερζεγοβίνη), αλλά με τη δημιουργία όχι ενός ομόσπονδου κράτους, αλλά τριών διαφορετικών, θα αποκλιμάκωνε, ενδεχομένως, μεσοπρόθεσμα την κατάσταση, αφού οι Ισλαμιστές θα κατανοούσαν τα όρια της ανοχής του διεθνούς παράγοντα, η Δύση θα «αδυνάτιζε έναν δικτάτορα», η Ρωσία θα κρατούσε τις βάσεις και το κύρος της, ενώ η «Αραβική Άνοιξη» θα έμπαινε σε μια πιο ορθολογική τροχιά.
Κύρια μειονεκτήματα της συγκεκριμένης διαρρύθμισης για τη Συρία: οι (1) de facto αλλαγές συνόρων σε μια περιοχή που «παράγει ιστορία» συχνότατα, (2) η απειλή για το Ισραήλ από ένα νέο σουνιτικό κράτος του οποίου ο έλεγχος δεν είναι σίγουρο ότι θα μείνει στις μετριοπαθείς δυνάμεις και στον τοπικό γηγενή πληθυσμό και (3) το γεγονός ότι κανένας δεν εγγυάται πως δεν θα οδηγηθούμε σε δεύτερο γύρο ύστερα από μια μικρή ανάπαυλα.
Σενάριο 3: Άμεση στρατιωτική εμπλοκή Δύσης-Ρωσίας, με γενική αλλαγή συνόρων στην περιοχή
Το πλέον επικίνδυνο σενάριο υπαγορεύει ότι η Τουρκία δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να πρωτοστατήσει στην εμπλοκή στη Συρία, αποτελώντας βασικό κέντρο των Δυτικών δυνάμεων για την επέμβαση στη χώρα, αλλά και βασικό στόχο του Ιράν καθώς και της Ρωσίας. Μια εμπλοκή τέτοιων διαστάσεων θα φέρει νομοτελειακά στο προσκήνιο το Κουρδικό ως τη βασικότερη παράμετρο επίλυσης ενός ανοιχτού Ανατολικού Ζητήματος. Η δημιουργία ενός μεγάλου Κουρδιστάν θα αποτελεί τη πλέον πιθανή εξέλιξη.
Σε μια σύγκρουση τέτοιας κλίμακας, τα πρώτα θύματα θα είναι οι ενεργειακές εγκαταστάσεις και τα αποθέματα των εμπλεκομένων στη περιοχή. Έτσι, ο νέος ενεργειακός χάρτης θα προκύψει μετά τη δημιουργία νέων κρατών ή/και αποδυνάμωση υπαρχόντων, άρα κάθε πρόβλεψη για τον συγκεκριμένο τομέα καθίσταται παρακινδυνευμένη.
Εκτιμώντας ότι μια τέτοια εμπλοκή θα ξεκινήσει με άμεση επέμβαση της Δύσης στη Συρία, είναι σαφές ότι ο ελληνισμός θα χρησιμοποιηθεί ως βάση λογιστικής υποστήριξης, μεταφορών και επιχειρήσεων. Το παράδειγμα για τη χρησιμότητα από τη Δύση της Κύπρου κατά τον τελευταίο πόλεμο του Λιβάνου με το Ισραήλ, καθώς και η αξιοποίηση της Ελλάδας από τις συμμαχικές δυνάμεις κατά την επέμβαση στη Λιβύη είναι ενδεικτικά της καθοριστικής γεωπολιτικής σημασίας του ελληνισμού.
Η αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της Σούδας για λογαριασμό των ΗΠΑ όσο και οι αιτήσεις της Ρωσίας για την απόκτηση ερεισμάτων στην αεροπορική βάση «Ανδρέας Παπανδρέου» της Κύπρου αλλά και τις λιμενικές της εγκαταστάσεις καταδεικνύει του λόγου το αληθές.
Το πιθανότερο είναι μια πιθανή εμπλοκή της Ρωσίας με τη Δύση στη περιοχή να καταστήσει την Τουρκία στόχο πρώτου μεγέθους για τη Μόσχα και όχι μόνο, κάτι το οποίο ενεργοποιεί το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ. Ο ρόλος του ελληνισμού σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα πρέπει να είναι άλλος από μια προσπάθεια, στο μέτρο του δυνατού, διαμεσολάβησης μεταξύ των αντιμαχομένων. Η χώρα μας θα πρέπει να λειτουργήσει ως ένας «έντιμος διαμεσολαβητής» (honest broker), ενώ, όσο δύσκολο και να φαίνεται αυτό, Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να μείνουν το δυνατόν ουδέτερες σε μια τέτοια σύγκρουση.
Κατά πόσο είναι πιθανό ένα τέτοιο σενάριο και τι θα σήμαινε για τη περιοχή; Μέχρι στιγμής, οι πληροφορίες μιλούν για την ενεργοποίηση ενός μεγάλου υπόγειου στρατηγείου των δυτικών δυνάμεων στην Ιορδανία, έτσι ώστε οι σταδιακά συγκεντρωμένες δυνάμεις γύρω από τη Συρία να επέμβουν με σκοπό είτε να «εξισορροπήσουν» την κατάσταση είτε να «ανατρέψουν πλήρως» το πολεμικό σκηνικό. Είναι βέβαιο ότι η απάντηση της Ρωσίας σε μια τέτοια περίπτωση θα είναι δυναμική και άμεση.
Αποτέλεσμα μιας τέτοιας εξέλιξης δεν θα είναι άλλο από μια γενική εμπλοκή, η οποία θα επηρεάσει άμεσα το γεωπολιτικό σύστημα του υδάτινου άξονα Μαύρη Θάλασσα - Στενά - Αιγαίο - Ανατολική Μεσόγειος, με την αντιπαράθεση να ξεφεύγει από τα «στενά» όρια της «Αραβικής Άνοιξης» και να επικεντρώνεται σε μια γενική και βίαιη ανακατανομή της πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος των τοπικών και περιφερειακών γεωπολιτικών δρώντων.
Μια τέτοια εμπλοκή θα επιβεβαιώσει ότι το «Ανατολικό Ζήτημα» ήταν, είναι και παραμένει ανοιχτό. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, μια τέτοια εμπλοκή θα μπορούσε να ξεφύγει της περιφερειακής της διάστασης και να οδηγηθούμε σε «αποκαλυπτικές» καταστάσεις. Για την ώρα, η Δύση φαίνεται να προετοιμάζει το έδαφος για εμπλοκή, ενώ η Ρωσία ετοιμάζεται αναμένοντας...
* Μέλη του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ – ISDA, www.i-sda.eu).
**Αναδημοσίευση από το "ΚΕΦΑΛΑΙΟ" που κυκλοφορεί
Πηγή:www.capital.gr
Τα πιθανά σενάρια «επίλυσης» της συριακής κρίσης είναι τρία. Το πρώτο είναι η καθαρή νίκη του καθεστώτος Άσαντ, με τη Συρία να παραμείνει ενιαίο κράτος. Η δεύτερη πιθανότητα είναι η επίτευξη
σχετικής ισορροπίας επί του πεδίου της μάχης, οπότε οι αντιμαχόμενες πλευρές να αναγκαστούν να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με αποτέλεσμα, με την επιβολή λύσης, να οδηγηθούμε σε μια τριχοτομημένη Συρία. Η τρίτη αφορά την άμεση στρατιωτική εμπλοκή της Δύσης και ενδεχομένως της Ρωσίας, με αποτέλεσμα μια γενικευμένη σύρραξη, η οποία θα οδηγήσει σε ευρύτερη αλλαγή συνόρων στην περιοχή.
Οι παράμετροι εντός των οποίων θα προσπαθήσουμε να αναφερθούμε επιγραμματικά και να αναλύσουμε τα τρία παραπάνω γενικά σενάρια (υπάρχουν πολλές επιμέρους παραλλαγές) αναφορικά με το μέλλον της Συρίας και οι οποίες θα επηρεάσουν έμμεσα ή/και άμεσα τη χώρα μας είναι πέντε:
- Πως θα επηρεαστεί η Τουρκία στις τρεις παραπάνω περιπτώσεις;
- Τι θα συμβεί με τον κουρδικό παράγοντα της Συρίας;
- Τι θα γίνει στο πεδίο της ενέργειας;
- Πώς εμπλέκονται Ελλάδα και Κύπρος στα τεκταινόμενα;
- Πώς οι διάφορες λύσεις στη Συρία θα μπορούσαν να επηρεάσουν το γεωπολιτικό σύστημα στο οποίο δρα και η χώρα μας, το οποίο δεν είναι άλλο από τον υδάτινο άξονα Μαύρη Θάλασσα - Στενά - Αιγαίο - Ανατολική Μεσόγειος;
Σενάριο 1: Νίκη Άσαντ, με τη Συρία να παραμένει ενιαία
Η Τουρκία σε κάθε έκφανση της πολιτικής της στην ευρύτερη περιοχή θα έχει να αντιμετωπίσει μια εχθρική Συρία. Στο ζήτημα των Κούρδων, η εφεκτική τους στάση απέναντι στο καθεστώς της Δαμασκού θα τους επιτρέψει να καταστούν βασικοί «συνεταίροι» του Άσαντ, έχοντας εξασφαλίσει μεγάλο βαθμό αυτονομίας, ενώ θα είναι σε θέση να επηρεάζουν καθοριστικά τη γενικότερη πολιτική της Δαμασκού.
Στον ενεργειακό τομέα εκτιμάται ότι η Συρία θα εκμεταλλευτεί τα δικά της αποθέματα, θα επιχειρήσει να συνεργαστεί με τους Κούρδους τόσο της Συρίας όσο και του Βορείου Ιράκ, προβάλλοντας ενδεχομένως τη δική της εναλλακτική στην επιδιωκόμενη τουρκική «κηδεμονία».
Ενδεχόμενη νίκη του Άσαντ εκτιμάται ότι θα λειτουργήσει προς όφελος της Ελλάδας και της Κύπρου, αφού η Συρία θα στραφεί και προς τον ελληνισμό, κυρίως για τέσσερις λόγους:
(1) την εξισορρόπηση μιας Τουρκίας η οποία φέρθηκε στη Δαμασκό εχθρικά, (2) τη συνεργασία με Κύπρο και Ισραήλ στον ενεργειακό τομέα, (3) την αντιμετώπιση των «απόνερων» του Σουνιτικού Ισλαμιστικού κινήματος, μέσω της συνεργασίας μεταξύ Αλαουιτών - Χριστιανών - Εβραίων και (4) τη χρησιμοποίηση του ελληνισμού ως γέφυρας συνεννόησης με τη Δύση.
Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι η Συρία από την εποχή της έξωσης του Αμπντουλάχ Οτσαλάν από τα εδάφη της οδηγήθηκε «τυφλά» στις αγκάλες της Άγκυρας, με αποτέλεσμα για πάνω από μία δεκαετία (1999-2011) η Δαμασκός να έχει προχωρήσει σε κινήσεις εχθρικές προς τον ελληνισμό, και ιδιαίτερα σε ότι έχει να κάνει με το Κυπριακό. Στην παρούσα κατάσταση η εχθρότητα με τη Τουρκία δύναται να οδηγήσει το μπααθικό καθεστώς ξανά προς την Ελλάδα.
Αναφορικά με την ευρύτερη περιοχή, μια τέτοια εξέλιξη στη Συρία σε συνδυασμό με τα τελευταία γεγονότα στην Αίγυπτο αλλά και στην Τουρκία καταδεικνύει ότι η Αραβική Άνοιξη, όπως δηλαδή νοείται στη πραγματικότητα, πνέει τα λοίσθια. Δηλαδή, η προσπάθεια ελέγχου των χωρών του Μαγκρέμπ και του Μασρέκ από ισλαμιστικά εξτρεμιστικά και τρομοκρατικά κινήματα (π.χ., Αδερφοί Μουσουλμάνοι, Αλ-Νούσρα κ.λπ.), τα οποία, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τη «δημοκρατία», προσπάθησαν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις ίδρυσης του Ισλαμικού Χαλιφάτου, την επιβολή της Σαρία και του Τζιχάντ (ιερός πόλεμος), αρχικά στο εσωτερικό των κρατών αυτών και ύστερα στη Δύση, αποτυγχάνει.
Δύο είναι τα κύρια μειονεκτήματα αυτής της διευθέτησης στη Συρία: (1) δημιουργία μιας νέας εστίας διαμάχης των υπερ-συστημικών δρώντων (ΗΠΑ και της Ρωσίας) και (2) ενδυνάμωση του Ιράν και των συμμάχων του με άμεση συνέπεια την αύξηση της ισραηλινής ανασφάλειας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Σενάριο 2: Ισορροπία επί του πεδίου, με τη Συρία να τριχοτομείται
Η Τουρκία θα πρέπει να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα δημιουργίας ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Η Άγκυρα εκτιμάται ότι θα συμμαχήσει με το σουνιτικό κομμάτι, ενώ η εχθρότητα με το αλαουτικό θα είναι έκδηλη. Αναφορικά με τους Κούρδους θα πρέπει να σημειωθεί ότι θα έχουμε τη δημιουργία του πρώτου ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, με το κυρίαρχο ερωτηματικό να σχετίζεται με το κατά πόσον θα έχει πρόσβαση στη Μεσόγειο ή όχι.
Οι Κούρδοι θα αναπτύξουν κυρίως εχθρικές σχέσεις με το σουνιτικό κομμάτι, ενώ θα συμμαχήσουν με τους Αλαουίτες. Αναφορικά με την ενεργειακή παράμετρο, οι Κούρδοι είναι πιθανό να συνεργαστούν με την Αυτόνομη Κουρδική Διοίκηση του Βορείου Ιράκ, για την κατασκευή αγωγού προς τη Μεσόγειο (κρίσιμο παραμένει το αν θα έχουν οι ίδιοι πρόσβαση σε λιμένα της Μεσογείου). Αναφορικά με τους υπολοίπους, το αλαουιτικό κομμάτι μάλλον θα λάβει τα θαλάσσια κοιτάσματα, ενώ το σουνιτικό τα χερσαία.
Ο ελληνισμός θα αντιμετωπίσει μια περίπλοκη κατάσταση στην οποία κατά πάσα πιθανότητα θα πρέπει να δημιουργήσει οδούς συνεννόησης τουλάχιστον με τον κουρδικό τομέα αλλά και τον παράκτιο (γειτονικό προς την Κύπρο) αλαουιτικό.
Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να συνδιαλαγούν με όλους τους νέους τοπικούς γεωπολιτικούς δρώντες, αλλά ο στόχος μας θα πρέπει να είναι τριπλός:
(1) Η ασφάλεια της Κύπρου, της ΑΟΖ της καθώς και των ενεργειακών αποθεμάτων της μαζί με τα κοινά projects με το Ισραήλ (π.χ., ευρασιατικός αγωγός). Εάν από τον κουρδικό τομέα περάσουν αγωγοί προς τη Μεσόγειο, θα πρέπει να γίνει προσπάθεια ενσωμάτωσής τους στα δικά μας σχέδια. (2) Η εξισορρόπηση της Τουρκίας μέσω της συμμαχίας με τους Αλαουίτες και τους Κούρδους. (3) Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας μας, δηλαδή της ελληνορθοδοξίας, μέσω μιας ελάχιστης, έστω, συνεννόησης με τους Σουνίτες.
Η δημιουργία, έστω και έπειτα από σχεδόν τρία έτη αιματηρών συγκρούσεων στη Συρία, ενός σουνιτικού μορφώματος, αλλά και η συμφωνία η οποία θα περιλαμβάνει και τον Άσαντ εκτιμάται ότι αποτελούν μια «έντιμη λύση» για όλους τους τοπικούς, περιφερειακούς και υπερ-συστημικούς δρώντες, ακόμα και για τον Άσαντ. Μια λύση τύπου Ντέιτον (Βοσνία-Ερζεγοβίνη), αλλά με τη δημιουργία όχι ενός ομόσπονδου κράτους, αλλά τριών διαφορετικών, θα αποκλιμάκωνε, ενδεχομένως, μεσοπρόθεσμα την κατάσταση, αφού οι Ισλαμιστές θα κατανοούσαν τα όρια της ανοχής του διεθνούς παράγοντα, η Δύση θα «αδυνάτιζε έναν δικτάτορα», η Ρωσία θα κρατούσε τις βάσεις και το κύρος της, ενώ η «Αραβική Άνοιξη» θα έμπαινε σε μια πιο ορθολογική τροχιά.
Κύρια μειονεκτήματα της συγκεκριμένης διαρρύθμισης για τη Συρία: οι (1) de facto αλλαγές συνόρων σε μια περιοχή που «παράγει ιστορία» συχνότατα, (2) η απειλή για το Ισραήλ από ένα νέο σουνιτικό κράτος του οποίου ο έλεγχος δεν είναι σίγουρο ότι θα μείνει στις μετριοπαθείς δυνάμεις και στον τοπικό γηγενή πληθυσμό και (3) το γεγονός ότι κανένας δεν εγγυάται πως δεν θα οδηγηθούμε σε δεύτερο γύρο ύστερα από μια μικρή ανάπαυλα.
Σενάριο 3: Άμεση στρατιωτική εμπλοκή Δύσης-Ρωσίας, με γενική αλλαγή συνόρων στην περιοχή
Το πλέον επικίνδυνο σενάριο υπαγορεύει ότι η Τουρκία δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να πρωτοστατήσει στην εμπλοκή στη Συρία, αποτελώντας βασικό κέντρο των Δυτικών δυνάμεων για την επέμβαση στη χώρα, αλλά και βασικό στόχο του Ιράν καθώς και της Ρωσίας. Μια εμπλοκή τέτοιων διαστάσεων θα φέρει νομοτελειακά στο προσκήνιο το Κουρδικό ως τη βασικότερη παράμετρο επίλυσης ενός ανοιχτού Ανατολικού Ζητήματος. Η δημιουργία ενός μεγάλου Κουρδιστάν θα αποτελεί τη πλέον πιθανή εξέλιξη.
Σε μια σύγκρουση τέτοιας κλίμακας, τα πρώτα θύματα θα είναι οι ενεργειακές εγκαταστάσεις και τα αποθέματα των εμπλεκομένων στη περιοχή. Έτσι, ο νέος ενεργειακός χάρτης θα προκύψει μετά τη δημιουργία νέων κρατών ή/και αποδυνάμωση υπαρχόντων, άρα κάθε πρόβλεψη για τον συγκεκριμένο τομέα καθίσταται παρακινδυνευμένη.
Εκτιμώντας ότι μια τέτοια εμπλοκή θα ξεκινήσει με άμεση επέμβαση της Δύσης στη Συρία, είναι σαφές ότι ο ελληνισμός θα χρησιμοποιηθεί ως βάση λογιστικής υποστήριξης, μεταφορών και επιχειρήσεων. Το παράδειγμα για τη χρησιμότητα από τη Δύση της Κύπρου κατά τον τελευταίο πόλεμο του Λιβάνου με το Ισραήλ, καθώς και η αξιοποίηση της Ελλάδας από τις συμμαχικές δυνάμεις κατά την επέμβαση στη Λιβύη είναι ενδεικτικά της καθοριστικής γεωπολιτικής σημασίας του ελληνισμού.
Η αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της Σούδας για λογαριασμό των ΗΠΑ όσο και οι αιτήσεις της Ρωσίας για την απόκτηση ερεισμάτων στην αεροπορική βάση «Ανδρέας Παπανδρέου» της Κύπρου αλλά και τις λιμενικές της εγκαταστάσεις καταδεικνύει του λόγου το αληθές.
Το πιθανότερο είναι μια πιθανή εμπλοκή της Ρωσίας με τη Δύση στη περιοχή να καταστήσει την Τουρκία στόχο πρώτου μεγέθους για τη Μόσχα και όχι μόνο, κάτι το οποίο ενεργοποιεί το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ. Ο ρόλος του ελληνισμού σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα πρέπει να είναι άλλος από μια προσπάθεια, στο μέτρο του δυνατού, διαμεσολάβησης μεταξύ των αντιμαχομένων. Η χώρα μας θα πρέπει να λειτουργήσει ως ένας «έντιμος διαμεσολαβητής» (honest broker), ενώ, όσο δύσκολο και να φαίνεται αυτό, Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να μείνουν το δυνατόν ουδέτερες σε μια τέτοια σύγκρουση.
Κατά πόσο είναι πιθανό ένα τέτοιο σενάριο και τι θα σήμαινε για τη περιοχή; Μέχρι στιγμής, οι πληροφορίες μιλούν για την ενεργοποίηση ενός μεγάλου υπόγειου στρατηγείου των δυτικών δυνάμεων στην Ιορδανία, έτσι ώστε οι σταδιακά συγκεντρωμένες δυνάμεις γύρω από τη Συρία να επέμβουν με σκοπό είτε να «εξισορροπήσουν» την κατάσταση είτε να «ανατρέψουν πλήρως» το πολεμικό σκηνικό. Είναι βέβαιο ότι η απάντηση της Ρωσίας σε μια τέτοια περίπτωση θα είναι δυναμική και άμεση.
Αποτέλεσμα μιας τέτοιας εξέλιξης δεν θα είναι άλλο από μια γενική εμπλοκή, η οποία θα επηρεάσει άμεσα το γεωπολιτικό σύστημα του υδάτινου άξονα Μαύρη Θάλασσα - Στενά - Αιγαίο - Ανατολική Μεσόγειος, με την αντιπαράθεση να ξεφεύγει από τα «στενά» όρια της «Αραβικής Άνοιξης» και να επικεντρώνεται σε μια γενική και βίαιη ανακατανομή της πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος των τοπικών και περιφερειακών γεωπολιτικών δρώντων.
Μια τέτοια εμπλοκή θα επιβεβαιώσει ότι το «Ανατολικό Ζήτημα» ήταν, είναι και παραμένει ανοιχτό. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, μια τέτοια εμπλοκή θα μπορούσε να ξεφύγει της περιφερειακής της διάστασης και να οδηγηθούμε σε «αποκαλυπτικές» καταστάσεις. Για την ώρα, η Δύση φαίνεται να προετοιμάζει το έδαφος για εμπλοκή, ενώ η Ρωσία ετοιμάζεται αναμένοντας...
* Μέλη του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ – ISDA, www.i-sda.eu).
**Αναδημοσίευση από το "ΚΕΦΑΛΑΙΟ" που κυκλοφορεί
Πηγή:www.capital.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου