Ενόσω η
δημόσια συζήτηση για την "κοτζιάκαρη που πήρε 900 ευρώ" και για τον
τέως υπουργό που υποτίθεται ότι πήρε σύνταξη ενάντια στις ηθικές αρχές
του Προέδρου συνεχίζεται αμείωτη, στο Κυπριακό δρομολογούνται εξελίξεις
που μπορεί να αποδειχτούν δραματικές.
Στην Κυβέρνηση υπάρχει ένας εφησυχασμός και μια αδικαιολόγητη αυτοπεποίθηση, που στηρίζεται στη στήριξη του Συμβουλίου Ασφαλείας και ειδικά της Ρωσίας και της Γαλλίας. Είναι αυτό μια πραγματικότητα ή ψευδαίσθηση;
Η Κύπρος είχε πάντα ένα πρόβλημα προσανατολισμού, έκανε λάθος συμμαχίες, αλλά είχε την αυταπάτη ότι έκανε υψηλή πολιτική. Η μόνη φορά που η Κύπρος είχε ρεαλιστικό στόχο και αξιόπιστους συμμάχους ήταν την περίοδο Σημίτη - Κληρίδη και αυτή απέδωσε την ένταξη στην ΕΕ με άλυτο το πρόβλημά της. Η Κύπρος, χωρίς να το προγραμματίσει, έγινε το 2004 (ήταν ένα δώρο του Ντενκτάς) ο ρυθμιστής της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας στην ΕΕ. Από τότε μέχρι σήμερα το πλεονέκτημα αυτό εξανεμίστηκε και η Κύπρος στράφηκε και πάλι στις "παραδοσιακές" συμμαχίες του Ψυχρού Πολέμου.
Ο μέγας μύθος
Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους του Κυπριακού είναι η στήριξη που είχε η Κύπρος στο Συμβούλιο Ασφαλείας και ειδικά η υποστήριξη από τη Σοβιετική Ένωση. Τα ίδια τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών αποτέλεσαν επί δεκαετίες "τη σημαία του αγώνα μας". Οι πάντες τα επικαλούνται, αλλά φαίνεται πως λίγοι τα έχουν διαβάσει και πολύ λιγότεροι τα έχουν ερμηνεύσει σωστά.
Ο πρώτος διεθνής οργανισμός που νομιμοποίησε την τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο ήταν ο ΟΗΕ με ομόφωνο ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας! Στις 20 Ιουλίου 1974, ενώ η Τουρκία είχε αποβιβάσει δυνάμεις στο νησί, το ΣΑ ενέκρινε ομόφωνα το ψήφισμα 353. Στο ψήφισμα αυτό, ενώ δηλώνεται η πίστη στην ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου, δεν γίνεται καμιά απολύτως ονομαστική αναφορά στην τουρκική επιδρομή. Η πιο ενδιαφέρουσα παράγραφος του ψηφίσματος είναι αυτή που αναφέρεται στα ξένα στρατεύματα:
Το Σ.Α. "ζητεί την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση από την Kυπριακή Δημοκρατία του ξένου στρατιωτικού προσωπικού που βρίσκεται εκεί πέραν των προνοιών διεθνών συμφωνιών, περιλαμβανομένων και εκείνων των οποίων η αποχώρηση είχε ζητηθεί από τον Πρόεδρο της Kυπριακής Δημοκρατίας Aρχιεπίσκοπο Mακάριο, στην επιστολή του ημερομηνίας 2 Iουλίου 1974".
Το ΣΑ, λοιπόν, ζητούσε την αποχώρηση του "ξένου στρατιωτικού προσωπικού" που "βρίσκεται εκεί", όχι που αποβιβάστηκε εκεί, χωρίς καν να κατονομάζει τα τουρκικά στρατεύματα, ενώ εξαιρούσε αυτά που βρίσκονταν νόμιμα στην Κύπρο, χωρίς να τα προσδιορίζει. Αυτή η αόριστη αναφορά έδινε τη δυνατότητα στην Τουρκία να υποστηρίζει ότι τα δικά της στρατεύματα πήγαν νόμιμα στην Κύπρο για να αποκαταστήσουν τη συνταγματική τάξη.
Αντιθέτως, τους Έλληνες αξιωματικούς (στρατιωτικό προσωπικό) το περιγράφει: "περιλαμβανομένων και εκείνων των οποίων η αποχώρηση είχε ζητηθεί από τον Μακάριο" στη γνωστή επιστολή του προς τον Γκιζίκη, με την οποία ζητούσε την ανάκλησή τους στην Ελλάδα.
Αυτή η ερμηνεία δεν είναι μια απλή εικασία, αλλά πραγματικότητα τού πώς αντιλαμβάνονταν την κατάσταση αυτοί που ενέκριναν το σχετικό ψήφισμα. Στις 29 Ιουλίου 1974, ενώ η Τουρκία είχε καταλάβει γύρω στο 15% της Κύπρου και αποβίβαζε δυνάμεις προετοιμάζοντας την κατάληψη του ενός τρίτου της χώρας, ο πρέσβης της Σοβιετικής Ένωσης στην Αθήνα, Εγκόβ, συνάντησε τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών, Άγγελο Βλάχο, και του επέδωσε διακοίνωση της Μόσχας για μη εφαρμογή του ψηφίσματος 353 του ΣΑ.
Ο μέσος Κύπριος πίστευε και πιστεύει ακόμη ότι οι ΗΠΑ και η Βρετανία είχαν σχέδιο για τη διχοτόμηση της Κύπρου. Αυτό είναι και το πόρισμα της Βουλής για το Φάκελο της Κύπρου. Σύμφωνα με την ιστορική έρευνα, οι ΗΠΑ προσπάθησαν να πείσουν (όχι να πιέσουν) την Τουρκία να μην εισβάλει. Είναι αρκούντως τεκμηριωμένο ότι οι ΗΠΑ ανέχθηκαν την εισβολή, όχι επειδή ήταν ο εμπνευστής και ο οργανωτής της, όπως πίστευε το 1974 και ο τελευταίος Κύπριος, αλλά επειδή η Τουρκία φλέρταρε με τη Σοβιετική Ένωση και ήταν πολύ σημαντικός σαν σύμμαχος για να την αγνοήσει.
Αυτό που δεν έγινε ποτέ γνωστό στην Κύπρο ήταν πως η Σοβιετική Ένωση προπαγάνδιζε διεθνώς υπέρ της τουρκικής εισβολής. Το κρατικό πρακτορείο ΤΑΣΣ μετέδωσε στις 20 Ιουλίου 1974: "Η τουρκική επέμβαση υπαγορεύθηκε από την ανάγκη της προστασίας της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου και ο σκοπός της είναι η αποκατάσταση της ανεξαρτησίας της Κύπρου και της αποκατάστασης της νόμιμης κυβέρνησης"!
Παρά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, οι δομές της εξωτερικής της πολιτικής παραμένουν αναλλοίωτες. Η Τουρκία εξακολουθεί να είναι δέλεαρ για τη Μόσχα, η οποία εναντιώνεται στην ένταξή της στην ΕΕ. Με αυτά τα δεδομένα, ας αναλογιστεί κανείς γιατί η Ρωσία άσκησε βέτο το 2004 στο ΣΑ, για πρώτη φορά από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Το 1974 ανακήρυξε την εισβολή "ειρηνευτική επιχείρηση" για να διαλύσει το ΝΑΤΟ. Πέρασαν σαράντα χρόνια και το ΝΑΤΟ είναι ακόμη μπάχαλο.
Η μαχαιριά του 3212
Η μεγαλύτερη διπλωματική ήττα της Κύπρου ήταν η προσφυγή στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, το φθινόπωρο του 1974. Συχνά ακούμε από το ραδιόφωνο τους πολιτικούς μας να αναφέρονται στο ψήφισμα 3212 που αναφέρεται στην επιστροφή των προσφύγων στα σπίτια τους. Αν το διάβαζαν ολόκληρο το ψήφισμα, ίσως να το αναθεμάτιζαν, διότι με αυτό νομιμοποιήθηκε η παραμονή της Τουρκίας στην Κύπρο σε αόριστο χρόνο.
Η προσφυγή στη Γενική Συνέλευση ήταν η πρώτη πολιτική πράξη του Μακαρίου μετά το πραξικόπημα. Ο Μακάριος ταξίδεψε στη Γιουγκοσλαβία, την Αλγερία και την Αίγυπτο και ζήτησε τη στήριξη των Αδεσμεύτων για να καταδικάσει η Γενική Συνέλευση την τουρκική εισβολή. Ο Μακάριος ζήτησε να πάει και στη Μόσχα, όμως δεν τον δέχτηκαν, ενώ οι επαφές που είχε με τη σοβιετική κυβέρνηση ήταν σε επίπεδο πρέσβη.
Πέντε κράτη μέλη του Κινήματος των Αδεσμεύτων, η Γιουγκοσλαβία, οι Ινδίες, η Αλγερία, η Γκάνα και το Μάλι, σχημάτισαν μια ομάδα που ανέλαβε την ευθύνη να συντάξει ένα προσχέδιο ψηφίσματος εκ μέρους του Κινήματος. Με τη στήριξη των ΗΠΑ, αλλά και τις ευλογίες της Σοβιετικής Ένωσης, η ομάδα των αδεσμεύτων ετοίμασε ένα τελικό προσχέδιο κομμένο και ραμμένο στις επιδιώξεις της Τουρκίας.
Αν και το ψήφισμα είχε πρόνοιες που αναφέρονταν στην απόσυρση των στρατευμάτων και την επιστροφή των προσφύγων, για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρέπεμπε σε συνομιλίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων και μάλιστα "επί ίσης βάσης"!
Εν πολλοίς, το τελικό σχέδιο ψηφίσματος ήταν ό,τι χειρότερο για την κυπριακή πλευρά, καθώς δεν ικανοποιούσε κανέναν από τους βασικούς στόχους που είχε θέσει ο Μακάριος: Καμιά ονομαστική αναφορά στην Τουρκία, καμιά άμεση καταδίκη της εισβολής και παραπομπή των ζητημάτων της απόσυρσης των στρατευμάτων και της επιστροφής των προσφύγων στο διηνεκές, διασυνδέοντάς τα με τη λύση του Κυπριακού, που θα ήταν το αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης δύο πολιτικά ίσων κοινοτήτων (μέχρι σήμερα, ακριβώς έτσι τα λέγει ο Λαβρόφ και η κυβέρνησή μας τον ευγνωμονεί!)
Το σοκ
Η Κύπρος αντέδρασε και κατέθεσε δικό της προσχέδιο ψηφίσματος, το οποίο αντιμετώπιζε το Κυπριακό σαν πρόβλημα εισβολής μιας ξένης χώρες σε μια άλλη. Δεν το υποστήριξε κανένας, ούτε καν η Ελλάδα. Ο Μακάριος ήταν έξω φρενών και ο Σπύρος Κυπριανού, όπως αναφέρει σ΄ ένα τηλεγράφημά του ο αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη, "πηδούσε μέχρι το ταβάνι". Τελικά, η Κύπρος απέσυρε το δικό της σχέδιο ψηφίσματος και υποχρεώθηκε ν' αποδεχτεί αυτό των Αδεσμεύτων. Το ψήφισμα 3212 εγκρίθηκε ομόφωνα την 1η Νοεμβρίου 1974, με 117 ψήφους υπέρ, περιλαμβανομένης της Τουρκίας.
Μετά την έγκριση του ψηφίσματος, ο Μακάριος δήλωσε: "Το ψήφισμα, επιτευχθέν κατόπιν σκληρής διπλωματικής μάχης, περιέχει όλα τα θετικά στοιχεία άτινα καθορίζουν τα πλαίσια εντός των οποίων θα πρέπει να αναζητηθεί η λύσις του προβλήματος (...) Η Τουρκία ευρέθη εις την ανάγκην να αποδεχθή το ψήφισμα διά να μην αποτελέση μοναδικήν εξαίρεσιν κατά την ψηφοφορίαν".
Η πραγματικότητα ήταν η αντίστροφη. Η Κύπρος ψήφισε για να μην μείνει μόνη. Το 3212 επέβαλλε τους όρους του νικητή ενός πολέμου στον ηττημένο με την ανοχή της διεθνούς κοινότητας. Το δράμα είναι πως αρχιτέκτονας αυτού του σκηνικού ήταν το Κίνημα των Αδεσμεύτων, στο οποίο στήριξε η Κύπρος τον αγώνα της και ακόμη το ευγνωμονεί. Και καθοδηγητής η Μόσχα, που χρησιμοποίησε την τραγωδία της Κύπρου για να φλερτάρει την Τουρκία και να υπονομεύει τη σχέση της με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Ο Μακάριος, που έζησε τις πιο πικραμένες μέρες της ζωής του, αισθανόταν βαθιά απογοητευμένος από τη στάση των Αδεσμεύτων. Λίγο μετά την έγκριση του ψηφίσματος συναντήθηκε τυχαία με τον Αυστριακό διπλωμάτη Ludwind Steiner, ο οποίος υπηρέτησε πρέσβης στη Λευκωσία και είχαν καλή προσωπική σχέση. Ο Μακάριος του είπε ότι ήταν δυσαρεστημένος από το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης για την Κύπρο και ήταν ιδιαίτερα απογοητευμένος για την έλλειψη στήριξης από τα κράτη μέλη του Κινήματος των Αδεσμεύτων, με τα οποία είχε συνεργαστεί για χρόνια και υπολόγιζε στην υποστήριξή τους. Ο Μακάριος είπε ότι συνειδητοποίησε πως "δεν περίμενε καμιά βοήθεια από τους Σοβιετικούς, και ότι τώρα ένιωθε μια ροπή προς τον φιλοαμερικανισμό 'βαθιά μέσα στην καρδιά του'"...
Τίποτα δεν άλλαξε
Αυτές οι εμπειρίες μπορεί να είναι ιστορία. Είναι όμως άκρως διδαχτικές για το σήμερα, καθώς το πρόβλημα παραμένει άλυτο, οι παράμετροι μπορεί να έχουν διαφοροποιηθεί, όμως τα ισοζύγια είναι τα ίδια. Αναφορές του τύπου "έχουμε ερείσματα στο ΣΑ" ή ότι η Ρωσία "ακολουθεί πολιτική αρχών στο Κυπριακό" είναι ανιστόρητες και ως εκ τούτου θανάσιμα επικίνδυνες. Ο μόνος μοχλός πίεσης που έχει η Κύπρος είναι η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Αυτή δεν μπορεί να κρατηθεί ζωντανή με συγκρούσεις και παλικαρισμούς, αλλά στη λογική των κοινών συμφερόντων και με τη βοήθεια δυνάμεων που θα επωφεληθούν από τη λύση, είτε είναι η ΕΕ είτε το ΝΑΤΟ. Όμως, αυτή είναι υψηλή πολιτική, θέλει φαντασία, ελεύθερο πνεύμα απαλλαγμένο από αγκυλώσεις και ψυχροπολεμικές προκαταλήψεις. Θέλει ηγέτη που να ξέρει, να μπορεί και να μην ασχολείται με τη σύνταξη της "κοτζιάκαρης" και το ανεργιακό του υπουργού.
Μακάριος Δρουσιώτης
Πολίτης
15/04/2011
http://hellas-diaggeleas.blogspot.gr/
Στην Κυβέρνηση υπάρχει ένας εφησυχασμός και μια αδικαιολόγητη αυτοπεποίθηση, που στηρίζεται στη στήριξη του Συμβουλίου Ασφαλείας και ειδικά της Ρωσίας και της Γαλλίας. Είναι αυτό μια πραγματικότητα ή ψευδαίσθηση;
Η Κύπρος είχε πάντα ένα πρόβλημα προσανατολισμού, έκανε λάθος συμμαχίες, αλλά είχε την αυταπάτη ότι έκανε υψηλή πολιτική. Η μόνη φορά που η Κύπρος είχε ρεαλιστικό στόχο και αξιόπιστους συμμάχους ήταν την περίοδο Σημίτη - Κληρίδη και αυτή απέδωσε την ένταξη στην ΕΕ με άλυτο το πρόβλημά της. Η Κύπρος, χωρίς να το προγραμματίσει, έγινε το 2004 (ήταν ένα δώρο του Ντενκτάς) ο ρυθμιστής της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας στην ΕΕ. Από τότε μέχρι σήμερα το πλεονέκτημα αυτό εξανεμίστηκε και η Κύπρος στράφηκε και πάλι στις "παραδοσιακές" συμμαχίες του Ψυχρού Πολέμου.
Ο μέγας μύθος
Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους του Κυπριακού είναι η στήριξη που είχε η Κύπρος στο Συμβούλιο Ασφαλείας και ειδικά η υποστήριξη από τη Σοβιετική Ένωση. Τα ίδια τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών αποτέλεσαν επί δεκαετίες "τη σημαία του αγώνα μας". Οι πάντες τα επικαλούνται, αλλά φαίνεται πως λίγοι τα έχουν διαβάσει και πολύ λιγότεροι τα έχουν ερμηνεύσει σωστά.
Ο πρώτος διεθνής οργανισμός που νομιμοποίησε την τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο ήταν ο ΟΗΕ με ομόφωνο ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας! Στις 20 Ιουλίου 1974, ενώ η Τουρκία είχε αποβιβάσει δυνάμεις στο νησί, το ΣΑ ενέκρινε ομόφωνα το ψήφισμα 353. Στο ψήφισμα αυτό, ενώ δηλώνεται η πίστη στην ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου, δεν γίνεται καμιά απολύτως ονομαστική αναφορά στην τουρκική επιδρομή. Η πιο ενδιαφέρουσα παράγραφος του ψηφίσματος είναι αυτή που αναφέρεται στα ξένα στρατεύματα:
Το Σ.Α. "ζητεί την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση από την Kυπριακή Δημοκρατία του ξένου στρατιωτικού προσωπικού που βρίσκεται εκεί πέραν των προνοιών διεθνών συμφωνιών, περιλαμβανομένων και εκείνων των οποίων η αποχώρηση είχε ζητηθεί από τον Πρόεδρο της Kυπριακής Δημοκρατίας Aρχιεπίσκοπο Mακάριο, στην επιστολή του ημερομηνίας 2 Iουλίου 1974".
Το ΣΑ, λοιπόν, ζητούσε την αποχώρηση του "ξένου στρατιωτικού προσωπικού" που "βρίσκεται εκεί", όχι που αποβιβάστηκε εκεί, χωρίς καν να κατονομάζει τα τουρκικά στρατεύματα, ενώ εξαιρούσε αυτά που βρίσκονταν νόμιμα στην Κύπρο, χωρίς να τα προσδιορίζει. Αυτή η αόριστη αναφορά έδινε τη δυνατότητα στην Τουρκία να υποστηρίζει ότι τα δικά της στρατεύματα πήγαν νόμιμα στην Κύπρο για να αποκαταστήσουν τη συνταγματική τάξη.
Αντιθέτως, τους Έλληνες αξιωματικούς (στρατιωτικό προσωπικό) το περιγράφει: "περιλαμβανομένων και εκείνων των οποίων η αποχώρηση είχε ζητηθεί από τον Μακάριο" στη γνωστή επιστολή του προς τον Γκιζίκη, με την οποία ζητούσε την ανάκλησή τους στην Ελλάδα.
Αυτή η ερμηνεία δεν είναι μια απλή εικασία, αλλά πραγματικότητα τού πώς αντιλαμβάνονταν την κατάσταση αυτοί που ενέκριναν το σχετικό ψήφισμα. Στις 29 Ιουλίου 1974, ενώ η Τουρκία είχε καταλάβει γύρω στο 15% της Κύπρου και αποβίβαζε δυνάμεις προετοιμάζοντας την κατάληψη του ενός τρίτου της χώρας, ο πρέσβης της Σοβιετικής Ένωσης στην Αθήνα, Εγκόβ, συνάντησε τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών, Άγγελο Βλάχο, και του επέδωσε διακοίνωση της Μόσχας για μη εφαρμογή του ψηφίσματος 353 του ΣΑ.
Ο Βλάχος του είπε πως το ψήφισμα αναφερόταν σε όλα τα ξένα στρατεύματα, περιλαμβανομένων και των τουρκικών. Τότε ο Σοβιετικός πρέσβης, εξηγώντας τη θέση της χώρας του, του είπε πως το ψήφισμα αναφερόταν στα ελληνικά και όχι στα τουρκικά στρατεύματα, τα οποία είχαν επέμβει κάνοντας χρήση του δικαιώματος επέμβασης των Συνθηκών Ζυρίχης και Λονδίνου. Αυτή ήταν η πραγματική θέση της Μόσχας: Η Τουρκία έκανε το 1974 "ειρηνευτική επιχείρηση".Το δόλωμα
Ο μέσος Κύπριος πίστευε και πιστεύει ακόμη ότι οι ΗΠΑ και η Βρετανία είχαν σχέδιο για τη διχοτόμηση της Κύπρου. Αυτό είναι και το πόρισμα της Βουλής για το Φάκελο της Κύπρου. Σύμφωνα με την ιστορική έρευνα, οι ΗΠΑ προσπάθησαν να πείσουν (όχι να πιέσουν) την Τουρκία να μην εισβάλει. Είναι αρκούντως τεκμηριωμένο ότι οι ΗΠΑ ανέχθηκαν την εισβολή, όχι επειδή ήταν ο εμπνευστής και ο οργανωτής της, όπως πίστευε το 1974 και ο τελευταίος Κύπριος, αλλά επειδή η Τουρκία φλέρταρε με τη Σοβιετική Ένωση και ήταν πολύ σημαντικός σαν σύμμαχος για να την αγνοήσει.
Αυτό που δεν έγινε ποτέ γνωστό στην Κύπρο ήταν πως η Σοβιετική Ένωση προπαγάνδιζε διεθνώς υπέρ της τουρκικής εισβολής. Το κρατικό πρακτορείο ΤΑΣΣ μετέδωσε στις 20 Ιουλίου 1974: "Η τουρκική επέμβαση υπαγορεύθηκε από την ανάγκη της προστασίας της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου και ο σκοπός της είναι η αποκατάσταση της ανεξαρτησίας της Κύπρου και της αποκατάστασης της νόμιμης κυβέρνησης"!
Το γεγονός ότι για σχεδόν σαράντα χρόνια οι φιλοσοβιετικές δυνάμεις στην Κύπρο συγκάλυψαν τον πραγματικό ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης στο Κυπριακό και δαιμονοποίησαν στο μάξιμουμ αυτόν των Δυτικών, είναι ένα επίτευγμα που πρέπει να τους αναγνωριστεί.Ο λόγος που η Σοβιετική Ένωση στήριξε την Τουρκία ήταν διότι με την εισβολή έγινε μπάχαλο το ΝΑΤΟ. Επίσης, η Μόσχα φλέρταρε την Τουρκία, διότι πάντα ήθελε πρόσβαση στη Μεσόγειο, είτε μέσω των αεροδιαδρόμων της, είτε μέσω των Στενών για το στόλο της. Τα συμφέροντα της Μόσχας από το ανεπίλυτο του Κυπριακού ήταν τεράστια και η χώρα μας υπήρξε, δυστυχώς, το δόλωμα στο αγκίστρι της για να ψαρεύει την εύνοια της Τουρκίας.
Παρά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, οι δομές της εξωτερικής της πολιτικής παραμένουν αναλλοίωτες. Η Τουρκία εξακολουθεί να είναι δέλεαρ για τη Μόσχα, η οποία εναντιώνεται στην ένταξή της στην ΕΕ. Με αυτά τα δεδομένα, ας αναλογιστεί κανείς γιατί η Ρωσία άσκησε βέτο το 2004 στο ΣΑ, για πρώτη φορά από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Το 1974 ανακήρυξε την εισβολή "ειρηνευτική επιχείρηση" για να διαλύσει το ΝΑΤΟ. Πέρασαν σαράντα χρόνια και το ΝΑΤΟ είναι ακόμη μπάχαλο.
Η μαχαιριά του 3212
Η μεγαλύτερη διπλωματική ήττα της Κύπρου ήταν η προσφυγή στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, το φθινόπωρο του 1974. Συχνά ακούμε από το ραδιόφωνο τους πολιτικούς μας να αναφέρονται στο ψήφισμα 3212 που αναφέρεται στην επιστροφή των προσφύγων στα σπίτια τους. Αν το διάβαζαν ολόκληρο το ψήφισμα, ίσως να το αναθεμάτιζαν, διότι με αυτό νομιμοποιήθηκε η παραμονή της Τουρκίας στην Κύπρο σε αόριστο χρόνο.
Η προσφυγή στη Γενική Συνέλευση ήταν η πρώτη πολιτική πράξη του Μακαρίου μετά το πραξικόπημα. Ο Μακάριος ταξίδεψε στη Γιουγκοσλαβία, την Αλγερία και την Αίγυπτο και ζήτησε τη στήριξη των Αδεσμεύτων για να καταδικάσει η Γενική Συνέλευση την τουρκική εισβολή. Ο Μακάριος ζήτησε να πάει και στη Μόσχα, όμως δεν τον δέχτηκαν, ενώ οι επαφές που είχε με τη σοβιετική κυβέρνηση ήταν σε επίπεδο πρέσβη.
Πέντε κράτη μέλη του Κινήματος των Αδεσμεύτων, η Γιουγκοσλαβία, οι Ινδίες, η Αλγερία, η Γκάνα και το Μάλι, σχημάτισαν μια ομάδα που ανέλαβε την ευθύνη να συντάξει ένα προσχέδιο ψηφίσματος εκ μέρους του Κινήματος. Με τη στήριξη των ΗΠΑ, αλλά και τις ευλογίες της Σοβιετικής Ένωσης, η ομάδα των αδεσμεύτων ετοίμασε ένα τελικό προσχέδιο κομμένο και ραμμένο στις επιδιώξεις της Τουρκίας.
Αν και το ψήφισμα είχε πρόνοιες που αναφέρονταν στην απόσυρση των στρατευμάτων και την επιστροφή των προσφύγων, για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρέπεμπε σε συνομιλίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων και μάλιστα "επί ίσης βάσης"!
Εν πολλοίς, το τελικό σχέδιο ψηφίσματος ήταν ό,τι χειρότερο για την κυπριακή πλευρά, καθώς δεν ικανοποιούσε κανέναν από τους βασικούς στόχους που είχε θέσει ο Μακάριος: Καμιά ονομαστική αναφορά στην Τουρκία, καμιά άμεση καταδίκη της εισβολής και παραπομπή των ζητημάτων της απόσυρσης των στρατευμάτων και της επιστροφής των προσφύγων στο διηνεκές, διασυνδέοντάς τα με τη λύση του Κυπριακού, που θα ήταν το αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης δύο πολιτικά ίσων κοινοτήτων (μέχρι σήμερα, ακριβώς έτσι τα λέγει ο Λαβρόφ και η κυβέρνησή μας τον ευγνωμονεί!)
Το σοκ
Η Κύπρος αντέδρασε και κατέθεσε δικό της προσχέδιο ψηφίσματος, το οποίο αντιμετώπιζε το Κυπριακό σαν πρόβλημα εισβολής μιας ξένης χώρες σε μια άλλη. Δεν το υποστήριξε κανένας, ούτε καν η Ελλάδα. Ο Μακάριος ήταν έξω φρενών και ο Σπύρος Κυπριανού, όπως αναφέρει σ΄ ένα τηλεγράφημά του ο αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη, "πηδούσε μέχρι το ταβάνι". Τελικά, η Κύπρος απέσυρε το δικό της σχέδιο ψηφίσματος και υποχρεώθηκε ν' αποδεχτεί αυτό των Αδεσμεύτων. Το ψήφισμα 3212 εγκρίθηκε ομόφωνα την 1η Νοεμβρίου 1974, με 117 ψήφους υπέρ, περιλαμβανομένης της Τουρκίας.
Μετά την έγκριση του ψηφίσματος, ο Μακάριος δήλωσε: "Το ψήφισμα, επιτευχθέν κατόπιν σκληρής διπλωματικής μάχης, περιέχει όλα τα θετικά στοιχεία άτινα καθορίζουν τα πλαίσια εντός των οποίων θα πρέπει να αναζητηθεί η λύσις του προβλήματος (...) Η Τουρκία ευρέθη εις την ανάγκην να αποδεχθή το ψήφισμα διά να μην αποτελέση μοναδικήν εξαίρεσιν κατά την ψηφοφορίαν".
Η πραγματικότητα ήταν η αντίστροφη. Η Κύπρος ψήφισε για να μην μείνει μόνη. Το 3212 επέβαλλε τους όρους του νικητή ενός πολέμου στον ηττημένο με την ανοχή της διεθνούς κοινότητας. Το δράμα είναι πως αρχιτέκτονας αυτού του σκηνικού ήταν το Κίνημα των Αδεσμεύτων, στο οποίο στήριξε η Κύπρος τον αγώνα της και ακόμη το ευγνωμονεί. Και καθοδηγητής η Μόσχα, που χρησιμοποίησε την τραγωδία της Κύπρου για να φλερτάρει την Τουρκία και να υπονομεύει τη σχέση της με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Ο Μακάριος, που έζησε τις πιο πικραμένες μέρες της ζωής του, αισθανόταν βαθιά απογοητευμένος από τη στάση των Αδεσμεύτων. Λίγο μετά την έγκριση του ψηφίσματος συναντήθηκε τυχαία με τον Αυστριακό διπλωμάτη Ludwind Steiner, ο οποίος υπηρέτησε πρέσβης στη Λευκωσία και είχαν καλή προσωπική σχέση. Ο Μακάριος του είπε ότι ήταν δυσαρεστημένος από το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης για την Κύπρο και ήταν ιδιαίτερα απογοητευμένος για την έλλειψη στήριξης από τα κράτη μέλη του Κινήματος των Αδεσμεύτων, με τα οποία είχε συνεργαστεί για χρόνια και υπολόγιζε στην υποστήριξή τους. Ο Μακάριος είπε ότι συνειδητοποίησε πως "δεν περίμενε καμιά βοήθεια από τους Σοβιετικούς, και ότι τώρα ένιωθε μια ροπή προς τον φιλοαμερικανισμό 'βαθιά μέσα στην καρδιά του'"...
Τίποτα δεν άλλαξε
Αυτές οι εμπειρίες μπορεί να είναι ιστορία. Είναι όμως άκρως διδαχτικές για το σήμερα, καθώς το πρόβλημα παραμένει άλυτο, οι παράμετροι μπορεί να έχουν διαφοροποιηθεί, όμως τα ισοζύγια είναι τα ίδια. Αναφορές του τύπου "έχουμε ερείσματα στο ΣΑ" ή ότι η Ρωσία "ακολουθεί πολιτική αρχών στο Κυπριακό" είναι ανιστόρητες και ως εκ τούτου θανάσιμα επικίνδυνες. Ο μόνος μοχλός πίεσης που έχει η Κύπρος είναι η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Αυτή δεν μπορεί να κρατηθεί ζωντανή με συγκρούσεις και παλικαρισμούς, αλλά στη λογική των κοινών συμφερόντων και με τη βοήθεια δυνάμεων που θα επωφεληθούν από τη λύση, είτε είναι η ΕΕ είτε το ΝΑΤΟ. Όμως, αυτή είναι υψηλή πολιτική, θέλει φαντασία, ελεύθερο πνεύμα απαλλαγμένο από αγκυλώσεις και ψυχροπολεμικές προκαταλήψεις. Θέλει ηγέτη που να ξέρει, να μπορεί και να μην ασχολείται με τη σύνταξη της "κοτζιάκαρης" και το ανεργιακό του υπουργού.
Μακάριος Δρουσιώτης
Πολίτης
15/04/2011
http://hellas-diaggeleas.blogspot.gr/
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου