Ο πατέρας της ψυχανάλυσης που σόκαρε τη συντηρητική κοινωνία της εποχής του με τη σημασία που έδωσε στις σεξουαλικές ορμές του ανθρώπου, ήταν στην πραγματικότητα ένας άνθρωπος “ανησυχητικά μονογαμικός”.
Είχαν κυκλοφορήσει φήμες που, σύμφωνα με τη Μηχανή του Χρόνου, τον ήθελαν να διατηρεί κρυφό δεσμό με την κουνιάδα του, αλλά οι μελετητές αρνούνταν πεισματικά να δεχτούν τους ισχυρισμούς.
Πρόσφατα στοιχεία όμως, έχουν προκαλέσει σύγχυση μεταξύ των βιογράφων του. Ο Σίγκμουντ Φρόυντ γεννήθηκε στις 6 Μαΐου του 1856 και γνώρισε την Μάρθα Μπέρνεϊς τον Απρίλιο του 1882, όταν ήταν 26 χρονών.
Η οικογένεια της Μάρθας φημιζόταν για το υψηλό επίπεδο μόρφωσης όλων των μελών της και ο παππούς της υπήρξε ο Αρχιραβίνος του Αμβούργου. Παρά τον έρωτά τους, το ζευγάρι αναγκάστηκε να μείνει χωριστά για τέσσερα χρόνια, μέχρι να ολοκληρώσει ο Φρόιντ τις σπουδές του στη Βιέννη.
Αλληλογραφούσαν μανιωδώς: “Αγαπημένο μου κορίτσι, μόνο αφού έφυγες κατάλαβα πόσο χαρούμενος είμαι. Ακόμα δεν μπορώ να το συλλάβω. Αν δεν είχα μπροστά μου τη φωτογραφία σου θα πίστευα ότι ήταν όλα ένα υπέροχο όνειρο”.
Η Μάρθα, που όσοι τη γνώριζαν την περιέγραφαν ως μία ευγενική, αλλά παγερή γυναίκα, απαντούσε στον αγαπημένο της: “Σίγκι, Σίγκι μου! Σήμερα για πρώτη φορά λέω το όνομά σου. Αγάπη μου, είμαι ευτυχισμένη! Ναι, πιο ευτυχισμένη απ” όσο έχω υπάρξει ποτέ στη ζωή μου!” Ο Φρόιντ ήθελε να ζήσει με τη Μάρθα, αλλά δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να συντηρήσει μια οικογένεια.
Ένιωθε απελπισμένος όπως και η Μάρθα: “Αγαπημένε μου, γλυκέ μου Σίγκι, γιατί δεν μπορούμε να είμαστε μαζί; Δεν μπορούσα να κοιμηθώ χτες το βράδυ. Η λατρεμένη σου εικόνα εμφανιζόταν μπροστά στα μάτια μου και η επιθυμία μου για σένα ήταν τόσο έντονη. Αγάπησε με λίγο, λίγο παθιασμένα. Φιλάς τόσο υπέροχα. Κάλυψε με με αγάπη”. Ο Φρόιντ δέχτηκε να γίνει γιατρός, για να έχει ένα σταθερό εισόδημα. Δεν ήταν το μέλλον που ήθελε, αλλά θυσίασε τις φιλοδοξίες του για να παντρευτεί.
Παντρεύτηκαν το 1886 και ο 33χρονος εργένης, συνήθισε γρήγορα τον έγγαμο βίο. Η Μάρθα λειτουργούσε σαν καλοκουρδισμένη μηχανή. Όλη της η προσοχή ήταν στραμμένη στο σύζυγό της. Τα πρώτα δέκα χρόνια του γάμου τους απέκτησαν έξι παιδιά, αλλά ο Φρόιντ παρέμεινε το κέντρο της ζωής της γυναίκας του. Παρά το νεανικό τους πάθος και την άνετη συμβίωσή τους, ο Φρόιντ δεν αντιμετώπισε ποτέ τη Μάρθα ως ίση. Δουλειά της ήταν να φροντίζει τον ίδιο και τα παιδιά τους και δεν μοιραζόταν ποτέ μαζί της τα προβλήματα της δουλειάς του. Η Μάρθα φαινόταν ικανοποιημένη με τη ζωή της και ποτέ δεν προκάλεσε εντάσεις στη σχέση τους.
Μόνο μία γυναίκα υπήρχε στο σπιτικό των Φρόιντ, που μπορούσε να συναγωνιστεί τον γιατρό με το κοφτερό μυαλό της. Ήταν η Μίνα Μπέρνεϊς, η μικρότερη αδερφή της Μάρθας, που έμεινε μαζί τους σχεδόν όλη τη διάρκεια του γάμου τους. Το 1896, μετά το θάνατο του αρραβωνιαστικού της, η Μίνα εγκαταστάθηκε στο σπίτι των Φρόιντ με σκοπό να βοηθήσει την αδερφή της στις δουλειές του σπιτιού. Αργότερα ανέλαβε την διδασκαλία των νεότερων παιδιών της οικογένειας.
Η Μίνα ήταν δυναμική, ανεξάρτητη και τολμούσε να διαφωνήσει με τον αρχηγό της οικογένειας. Ήταν γνωστή για το ειρωνικό χιούμορ της, από το οποίο δεν γλίτωνε κανείς. Ο Φρόιντ εκτιμούσε την εξυπνάδα της κουνιάδας του και περνούσε πολλές ώρες μαζί της. Ο μαθητής και μετέπειτα αντίπαλός του, Καρλ Γιουνγκ, ισχυρίστηκε ότι ο Φρόιντ διατηρούσε κρυφή σχέση με την κουνιάδα του. Ελάχιστοι μελετητές αποδέχτηκαν τον ισχυρισμό του Γιουνγκ, ενώ οι περισσότεροι θεωρούσαν τις φήμες αποτέλεσμα της αντιπαλότητάς μεταξύ των δύο αντρών. O βιογράφος του, Πίτερ Γκρέι, υποστήριζε με σθένος ότι η Μάρθα ήταν η μοναδική γυναίκα που αγάπησε ποτέ ο γιατρός.
Το 2006 εντοπίστηκαν έγγραφα που αποδείκνυαν ότι ο Φρόιντ και η Μίνα είχαν περάσει μερικές μέρες μαζί, σε ένα θέρετρο στην Ελβετία. Η υπογραφή του γιατρού και της κουνιάδας του υπάρχει στα αρχεία του ξενοδοχείου που διέμειναν. Το ταξίδι άλλαξε τη γνώμη πολλών μελετητών και βιογράφων του Φρόιντ, οι οποίοι πλέον θεωρούν πολύ πιθανό να υπήρξε ερωτική σχέση μεταξύ των δύο. Αλλά είναι προφανές ότι αν συνέβη, ο πατέρας της ψυχανάλυσης προστάτευσε την προσωπική του ζωή ικανοποιητικά για πολλές δεκαετίες.
Είχαν κυκλοφορήσει φήμες που, σύμφωνα με τη Μηχανή του Χρόνου, τον ήθελαν να διατηρεί κρυφό δεσμό με την κουνιάδα του, αλλά οι μελετητές αρνούνταν πεισματικά να δεχτούν τους ισχυρισμούς.
Πρόσφατα στοιχεία όμως, έχουν προκαλέσει σύγχυση μεταξύ των βιογράφων του. Ο Σίγκμουντ Φρόυντ γεννήθηκε στις 6 Μαΐου του 1856 και γνώρισε την Μάρθα Μπέρνεϊς τον Απρίλιο του 1882, όταν ήταν 26 χρονών.
Η οικογένεια της Μάρθας φημιζόταν για το υψηλό επίπεδο μόρφωσης όλων των μελών της και ο παππούς της υπήρξε ο Αρχιραβίνος του Αμβούργου. Παρά τον έρωτά τους, το ζευγάρι αναγκάστηκε να μείνει χωριστά για τέσσερα χρόνια, μέχρι να ολοκληρώσει ο Φρόιντ τις σπουδές του στη Βιέννη.
Αλληλογραφούσαν μανιωδώς: “Αγαπημένο μου κορίτσι, μόνο αφού έφυγες κατάλαβα πόσο χαρούμενος είμαι. Ακόμα δεν μπορώ να το συλλάβω. Αν δεν είχα μπροστά μου τη φωτογραφία σου θα πίστευα ότι ήταν όλα ένα υπέροχο όνειρο”.
Η Μάρθα, που όσοι τη γνώριζαν την περιέγραφαν ως μία ευγενική, αλλά παγερή γυναίκα, απαντούσε στον αγαπημένο της: “Σίγκι, Σίγκι μου! Σήμερα για πρώτη φορά λέω το όνομά σου. Αγάπη μου, είμαι ευτυχισμένη! Ναι, πιο ευτυχισμένη απ” όσο έχω υπάρξει ποτέ στη ζωή μου!” Ο Φρόιντ ήθελε να ζήσει με τη Μάρθα, αλλά δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να συντηρήσει μια οικογένεια.
Ένιωθε απελπισμένος όπως και η Μάρθα: “Αγαπημένε μου, γλυκέ μου Σίγκι, γιατί δεν μπορούμε να είμαστε μαζί; Δεν μπορούσα να κοιμηθώ χτες το βράδυ. Η λατρεμένη σου εικόνα εμφανιζόταν μπροστά στα μάτια μου και η επιθυμία μου για σένα ήταν τόσο έντονη. Αγάπησε με λίγο, λίγο παθιασμένα. Φιλάς τόσο υπέροχα. Κάλυψε με με αγάπη”. Ο Φρόιντ δέχτηκε να γίνει γιατρός, για να έχει ένα σταθερό εισόδημα. Δεν ήταν το μέλλον που ήθελε, αλλά θυσίασε τις φιλοδοξίες του για να παντρευτεί.
Παντρεύτηκαν το 1886 και ο 33χρονος εργένης, συνήθισε γρήγορα τον έγγαμο βίο. Η Μάρθα λειτουργούσε σαν καλοκουρδισμένη μηχανή. Όλη της η προσοχή ήταν στραμμένη στο σύζυγό της. Τα πρώτα δέκα χρόνια του γάμου τους απέκτησαν έξι παιδιά, αλλά ο Φρόιντ παρέμεινε το κέντρο της ζωής της γυναίκας του. Παρά το νεανικό τους πάθος και την άνετη συμβίωσή τους, ο Φρόιντ δεν αντιμετώπισε ποτέ τη Μάρθα ως ίση. Δουλειά της ήταν να φροντίζει τον ίδιο και τα παιδιά τους και δεν μοιραζόταν ποτέ μαζί της τα προβλήματα της δουλειάς του. Η Μάρθα φαινόταν ικανοποιημένη με τη ζωή της και ποτέ δεν προκάλεσε εντάσεις στη σχέση τους.
Μόνο μία γυναίκα υπήρχε στο σπιτικό των Φρόιντ, που μπορούσε να συναγωνιστεί τον γιατρό με το κοφτερό μυαλό της. Ήταν η Μίνα Μπέρνεϊς, η μικρότερη αδερφή της Μάρθας, που έμεινε μαζί τους σχεδόν όλη τη διάρκεια του γάμου τους. Το 1896, μετά το θάνατο του αρραβωνιαστικού της, η Μίνα εγκαταστάθηκε στο σπίτι των Φρόιντ με σκοπό να βοηθήσει την αδερφή της στις δουλειές του σπιτιού. Αργότερα ανέλαβε την διδασκαλία των νεότερων παιδιών της οικογένειας.
Η Μίνα ήταν δυναμική, ανεξάρτητη και τολμούσε να διαφωνήσει με τον αρχηγό της οικογένειας. Ήταν γνωστή για το ειρωνικό χιούμορ της, από το οποίο δεν γλίτωνε κανείς. Ο Φρόιντ εκτιμούσε την εξυπνάδα της κουνιάδας του και περνούσε πολλές ώρες μαζί της. Ο μαθητής και μετέπειτα αντίπαλός του, Καρλ Γιουνγκ, ισχυρίστηκε ότι ο Φρόιντ διατηρούσε κρυφή σχέση με την κουνιάδα του. Ελάχιστοι μελετητές αποδέχτηκαν τον ισχυρισμό του Γιουνγκ, ενώ οι περισσότεροι θεωρούσαν τις φήμες αποτέλεσμα της αντιπαλότητάς μεταξύ των δύο αντρών. O βιογράφος του, Πίτερ Γκρέι, υποστήριζε με σθένος ότι η Μάρθα ήταν η μοναδική γυναίκα που αγάπησε ποτέ ο γιατρός.
Το 2006 εντοπίστηκαν έγγραφα που αποδείκνυαν ότι ο Φρόιντ και η Μίνα είχαν περάσει μερικές μέρες μαζί, σε ένα θέρετρο στην Ελβετία. Η υπογραφή του γιατρού και της κουνιάδας του υπάρχει στα αρχεία του ξενοδοχείου που διέμειναν. Το ταξίδι άλλαξε τη γνώμη πολλών μελετητών και βιογράφων του Φρόιντ, οι οποίοι πλέον θεωρούν πολύ πιθανό να υπήρξε ερωτική σχέση μεταξύ των δύο. Αλλά είναι προφανές ότι αν συνέβη, ο πατέρας της ψυχανάλυσης προστάτευσε την προσωπική του ζωή ικανοποιητικά για πολλές δεκαετίες.
mixanitouxronou.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου